Στη διάρκεια της εγκυμοσύνης αποφεύγονται οι εξετάσεις ή θεραπείες εγκύων με ιοντίζουσες ακτινοβολίες. Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις έκθεσης εγκύων εκούσια ή ακούσια σε ακτινοβολίες για ιατρικούς λόγους.
Το παρακάτω βίντεο εξηγεί με απλό και κατανοητό τρόπο όσα πρέπει να γνωρίζει μια γυναίκα, σε περίπτωση που κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης της, χρειαστεί να υποβληθεί σε διαγνωστική εξέταση που περιλαμβάνει χρήση ακτινοβολίας.
Ακολουθεί μια σειρά ερωτήσεων και απαντήσεων για το θέμα.
Μία έγκυος μπορεί να εκτεθεί σε ιοντίζουσες ακτινοβολίες εκούσια ή ακούσια.
Η εκούσια έκθεση της εγκύου σε ιοντίζουσες ακτινοβολίες μπορεί να οφείλεται σε μια αιτιολογημένη ιατρική έκθεση στην οποία υποβλήθηκε, στο πλαίσιο κάποιας εξέτασης ή θεραπείας, ή σε δραστηριότητες που σχετίζονται με την επαγγελματική της απασχόληση (π.χ. εμπλοκή ως ιατρικό ή μη ιατρικό προσωπικό στην πραγματοποίηση ιατρικών εκθέσεων).
Ακούσια έκθεση σε ιοντίζουσες ακτινοβολίες μπορεί να προκύψει όταν μια γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας υποβληθεί σε ιατρική έκθεση αγνοώντας την εγκυμοσύνη της, είτε γιατί αυτή βρίσκεται σε πολύ αρχικό στάδιο, είτε γιατί δεν έχει διερευνηθεί επαρκώς η πιθανότητα κύησης.
Κάθε γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας πρέπει να ερωτάται από τον παραπέμποντα ιατρό, τον εφαρμόζοντα την πρακτική ιατρό (ακτινολόγο, πυρηνικό ιατρό, ακτινοθεραπευτή, οδοντίατρο, κλπ.) ή το προσωπικό της μονάδας υγείας για την πιθανότητα εγκυμοσύνης πριν υποβληθεί σε ιατρική έκθεση. Σε κάθε περίπτωση, η γυναίκα πρέπει να ενημερώνει το ιατρικό ή μη ιατρικό προσωπικό για το ενδεχόμενο εγκυμοσύνης.
Εάν το ενδεχόμενο εγκυμοσύνης έχει αποκλειστεί, η ιατρική έκθεση μπορεί να πραγματοποιηθεί κανονικά.
Εάν υπάρχει υπόνοια εγκυμοσύνης, η ιατρική έκθεση αναβάλλεται μέχρι την επόμενη έμμηνο ρύση (εφόσον η αναβολή αυτή είναι ιατρικά αποδεκτή και δεν θέτει σε κίνδυνο την υγεία της γυναίκας) ή πραγματοποιείται, εφόσον έχει προηγηθεί τεστ εγκυμοσύνης με αρνητικό αποτέλεσμα.
Πριν υποβληθεί μια έγκυος σε ιατρική έκθεση πρέπει να διερευνηθεί η δυνατότητα:
- εφαρμογής εναλλακτικών διαγνωστικών ή θεραπευτικών τεχνικών, με χαμηλότερη ή μηδενική ακτινική επιβάρυνση για το κύημα (π.χ. υπέρηχοι, μαγνητική τομογραφία),
- αναβολής της έκθεσης για μετά τον τοκετό, εφόσον είναι ιατρικά αποδεκτό, σταθμίζοντας τον κίνδυνο και το όφελος, τόσο για την έγκυο, όσο και για το κύημα.
Εφόσον η αναβολή της ιατρικής έκθεσης δεν είναι ιατρικά αποδεκτή, πριν τη διενέργειά της πρέπει να εκτιμηθεί η αναμενόμενη δόση στο κύημα και να ληφθούν κατάλληλα μέτρα για την ελαχιστοποίησή της (Πίνακας 1), χωρίς, όμως, να περιορίζεται η αποτελεσματικότητα της έτασης ή θεραπείας.
Πίνακας 1 : Ενδεικτικά μέτρα ελαχιστοποίησης της δόσης στο κύημα κατά την υποβολή εγκύου σε ιατρική έκθεση
Είδος ιατρικής έκθεσης | Μέτρα ελαχιστοποίησης της δόσης στο κύημα |
Ακτινολογικές διαγνωστικές εξετάσεις/επεμβατικές διαδικασίες | • Περιορισμός αριθμού λήψεων • Μείωση χρόνου ακτινοσκόπησης • Κατάλληλη επιλογή προβολών • Κατάλληλη διαμόρφωση πεδίου ακτινοβολίας • Εφαρμογή κατάλληλων πρωτοκόλλων εξέτασης, κλπ. |
Διαγνωστικές εξετάσεις πυρηνικής ιατρικής | • Προσεκτική επιλογή χορηγούμενου ραδιοφαρμάκου • Διαδικασίες επιτάχυνσης της βιολογικής απέκκρισης του ραδιοφαρμάκου • Εφαρμογή κατάλληλων πρωτοκόλλων εξέτασης, κλπ. |
Ακτινοθεραπεία/θεραπεία με ραδιοφάρμακα ή ιατροτεχνολογικά προϊόντα | • Προσεκτική εκτίμηση της δόσης στο κύημα • Κατάλληλος σχεδιασμός θεραπείας |
Εάν η εγκυμοσύνη δεν ήταν γνωστή όταν διενεργήθηκε η ιατρική έκθεση, η πρώτη κίνηση στην οποία πρέπει να προβεί η έγκυος είναι να ενημερώσει τον/τη γυναικολόγο της.
Επισημαίνεται ότι για ακτινολογικές διαγνωστικές εξετάσεις στις οποίες η μήτρα βρίσκεται εκτός της κύριας δέσμης της ακτινοβολίας (π.χ. ακτινογραφία θώρακα, ακτινογραφία αυχένα, ακτινογραφία άκρων, μαστογραφία, ακτινογραφία οδόντων, αξονική τομογραφία κεφαλής και θώρακα), η δόση στο κύημα είναι ιδιαίτερα χαμηλή (μικρότερη του 1 mSv) και συνεπώς δεν συντρέχουν λόγοι ανησυχίας.
Για ακτινολογικές διαγνωστικές εξετάσεις στις οποίες ακτινοβολείται η κοιλιακή χώρα (π.χ. αξονική τομογραφία κοιλίας) πρέπει να αξιολογούνται τα δεδομένα της ιατρικής έκθεσης (αναλυτικές πληροφορίες σχετικά με την ακτινοβόληση, φάση κύησης, εκτίμηση δόσης στο κύημα και κινδύνου) από ακτινοφυσικό ιατρικής. Ωστόσο, είναι απίθανο, ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, η δόση στο κύημα να είναι ιδιαίτερα υψηλή (π.χ. της τάξης των 100 mSv), ώστε να συζητείται η διακοπή της κύησης.
Σε περίπτωση που είναι αναγκαία περαιτέρω διερεύνηση, αυτή πραγματοποιείται σε συνεργασία με τον οργανισμό όπου διενεργήθηκε η έκθεση.
Επισημαίνεται ότι η γαλουχία δεν επηρεάζεται από τις ακτινολογικές διαγνωστικές εξετάσεις.
Η ΕΕΑΕ έχει συγκροτήσει Ειδική Συμβουλευτική Επιτροπή, η οποία αντιμετωπίζει περιπτώσεις έκθεσης εγκύων σε ιοντίζουσες ακτινοβολίες και προβαίνει, εφόσον το κρίνει απαραίτητο, σε επιτόπιους ελέγχους και μετρήσεις, υπολογισμούς δόσεων και εκτιμήσεις επικινδυνότητας.
Για οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία, διευκρίνιση ή βοήθεια τα στοιχεία επικοινωνίας είναι: τηλ. 210 6506700, e-mail: info@eeae.gr.
Η ακτινοβολία δεν παραμένει στον οργανισμό μετά την πραγματοποίηση ακτινολογικών εξετάσεων (ακτινογραφία, αξονική τομογραφία, κλπ.). Συνεπώς, μια ακτινολογική εξέταση που έγινε πριν τη σύλληψη δεν προκαλεί οποιαδήποτε βλάβη στο κύημα.
Στις εξετάσεις ή θεραπείες πυρηνικής ιατρικής, για την πραγματοποίηση των οποίων χορηγείται κάποιο ραδιοφάρμακο, ο οργανισμός ακτινοβολείται για κάποιο χρονικό διάστημα (μέρες, εβδομάδες ή μήνες) μετά τη χορήγηση, ανάλογα με το είδος της εξέτασης ή θεραπείας, το χορηγούμενο ραδιοφάρμακο και βιολογικούς παράγοντες που σχετίζονται με το άτομο. Κατά το διάστημα αυτό, η εγκυμοσύνη πρέπει να αποφεύγεται. Σχετικές οδηγίες χορηγούνται από την εκάστοτε μονάδα υγείας όπου πραγματοποιήθηκε η εξέταση ή θεραπεία.
Σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες Radiation Protection 100 της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για δόσεις στο κύημα μικρότερες των 100 mSv η διακοπή της κύησης πρέπει να αποκλείεται.
Επισημαίνεται ότι σε καμία περίπτωση δεν αναμένονται δόσεις στο κύημα της τάξης των 100 mSv κατά τις συνήθεις ακτινοδιαγνωστικές εξετάσεις (ακτινολογικές, αξονικής τομογραφίας ή ακτινοδιαγνωστικές εξετάσεις με ραδιοφάρμακα). Δόσεις στο κύημα μεγαλύτερες των 100 mSv ενδέχεται να υπάρξουν στην ακτινοθεραπεία, σε θεραπείες με ραδιοφάρμακα και σε ειδικές ακτινοδιαγνωστικές ή επεμβατικές διαδικασίες. Σε αυτή την περίπτωση, η απόφαση για τη διακοπή της κύησης λαμβάνεται εφόσον συντρέχουν σημαντικοί λόγοι, σύμφωνοι με τις προβλέψεις της ισχύουσας νομοθεσίας. Τονίζεται ότι η διακοπή της κύησης είναι μια οδυνηρή απόφαση, η οποία δεν πρέπει να λαμβάνεται χωρίς την ύπαρξη πολύ σοβαρής αιτιολογίας.
Επισημαίνεται ότι σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες Radiation Protection 100, ακόμη και για δόσεις στο κύημα της τάξης των μερικών εκατοντάδων mSv, δεν συνιστάται, σε όλες τις περιπτώσεις, διακοπή της κύησης.
- Ακτινολογικές διαγνωστικές εξετάσεις και επεμβατικές διαδικασίες
Στις ακτινολογικές διαγνωστικές εξετάσεις (ακτινογραφία, αξονική τομογραφία, μαστογραφία, ακτινοσκόπηση κλπ.) και τις επεμβατικές διαδικασίες (αγγειογραφία, στεφανιογραφία, κλπ.) χρησιμοποιούνται ακτίνες Χ για την απεικόνιση ανατομικών περιοχών του ανθρώπινου σώματος. Η δέσμη της ακτινοβολίας προσπίπτει στο ανθρώπινο σώμα και ένα μέρος της το διαπερνά και δημιουργεί στην ανιχνευτική διάταξη την ακτινολογική εικόνα.
Η περιοχή όπου προσπίπτει η δέσμη των ακτίνων Χ λαμβάνει τη μεγαλύτερη δόση, ενώ μέρος της ακτινοβολίας σκεδάζεται και διαχέεται σε όλο το σώμα. Για παράδειγμα, σε μια εξέταση αξονικής τομογραφίας θώρακα την υψηλότερη δόση λαμβάνει ο θώρακας (30 - 50 mGy), ενώ στη περιοχή της κοιλιάς η δόση είναι κατά πολύ μικρότερη (0,1mGy).
Συνεπώς, μεγαλύτερη ακτινική επιβάρυνση για το κύημα προκύπτει από ακτινολογικές διαγνωστικές εξετάσεις ή επεμβατικές διαδικασίες κατά τις οποίες ακτινοβολείται η περιοχή της κοιλιακής χώρας της εγκύου (αξονική τομογραφία κοιλίας, ακτινογραφία πυέλου, ακτινογραφία οσφυϊκής μοίρας σπονδυλικής στήλης κλπ.), κατά τις οποίες είναι πολύ πιθανό το κύημα να εκτίθεται στην κύρια δέσμη της ακτινοβολίας.
Επισημαίνεται ότι άτομα που υποβάλλονται σε ακτινολογικές διαγνωστικές εξετάσεις ή επεμβατικές διαδικασίες δεν γίνονται «ραδιενεργά» και δεν εκπέμπουν ακτινοβολία. Επίσης, η ακτινοβολία δεν παραμένει, ούτε συσσωρεύεται στον οργανισμό τους μετά το πέρας της εξέτασης.
- Διαγνωστικές εξετάσεις πυρηνικής ιατρικής
Οι εξετάσεις πυρηνικής ιατρικής (σπινηρογραφήματα οστών, μυοκαρδίου, θυρεοειδούς αδένα κλπ.) πραγματοποιούνται με τη χορήγηση ραδιοφαρμάκου (φάρμακο επισημασμένο με κάποιο ραδιοσότοπο) στον/ην εξεταζόμενο/η, το οποίο συγκεντρώνεται επιλεκτικά στο υπό εξέταση όργανο, αλλά και σε μικρότερο ποσοστό στους υπόλοιπους ιστούς του σώματος.
Συνεπώς, η ακτινική επιβάρυνση του κυήματος είναι αποτέλεσμα της ακτινοβόλησής του από το ραδιοφάρμακο, το οποίο συγκεντρώνεται στα όργανα και στους ιστούς της μητέρας και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μεταφέρεται μέσω του πλακούντα στο ίδιο το κύημα.
Μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης, το ραδιοφάρμακο παραμένει στο σώμα των εξεταζομένων για κάποιο χρονικό διάστημα, το οποίο εξαρτάται από το είδος του ραδιοφαρμάκου και της εξέτασης, καθώς και από βιολογικούς παράγοντες που σχετίζονται με το εξεταζόμενο άτομο.
- Ακτινοθεραπεία/ θεραπεία με ραδιοφάρμακα
Στην ακτινοθεραπεία χρησιμοποιούνται δέσμες ιοντιζουσών ακτινοβολιών υψηλής ενέργειας για την καταστροφή νεοπλασματικών όγκων. Επειδή στην περίπτωση αυτή οι δόσεις είναι πολύ υψηλές (της τάξης των 50.000Gy στον όγκο), η υποβολή της εγκύου σε ακτινοθεραπεία απαιτεί ειδικό σχεδιασμό και λήψη αποφάσεων με βάση ιατρικά, αλλά και οικογενειακά κριτήρια.
Επισημαίνεται ότι άτομα που υποβάλλονται σε ακτινοθεραπεία με εξωτερική ακτινοβόληση (γραμμικός επιταχυντής, 60Co)δεν γίνονται «ραδιενεργά» και δεν εκπέμπουν ακτινοβολία. Επίσης, η ακτινοβολία δεν παραμένει, ούτε συσσωρεύεται στον οργανισμό τους μετά το πέρας της θεραπείας.
Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση των ατόμων που υποβάλλονται σε βραχυθεραπεία υψηλού ρυθμού δόσης (HDR), κατά την οποία ραδιενεργές πηγές τοποθετούνται στο εσωτερικό του ανθρώπινου σώματος για μικρό χρονικό διάστημα (κάποια λεπτά). Μετά την ολοκλήρωση της θεραπείας και την απομάκρυνση των πηγών από το σώμα, η ακτινοβολία δεν παραμένει, ούτε συσσωρεύεται στον οργανισμό των ατόμων.
Όταν η θεραπεία πραγματοποιείται με τη χορήγηση ραδιοφαρμάκου, με κατάποση ή σε ενέσιμη μορφή (π.χ. ραδιενεργό Ι-131 για τη θεραπεία του υπερθυρεοειδισμού), η ασθενής αποτελεί «πηγή» ακτινοβολίας για κάποιες εβδομάδες ή μήνες μετά τη χορήγηση, καθώς μέρος του ραδιοφαρμάκου παραμένει στον οργανισμό της. Κατά την περίοδο αυτή, η εγκυμοσύνη πρέπει να αποφεύγεται. Σχετικές οδηγίες χορηγούνται από την εκάστοτε μονάδα υγείας όπου πραγματοποιήθηκε η εξέταση ή θεραπεία.
Άμεσα αποτελέσματα:Περιλαμβάνουν, κυρίως, τη θανάτωση του κυήματος στα πρώτα στάδια (εβδομάδες) της εγκυμοσύνης, καθώς και την εμφάνιση δυσπλασιών και νοητικής υστέρησης στο παιδί. Προκαλούνται από πολύ υψηλές δόσεις ακτινοβολίας στο κύημα, οι οποίες ενδέχεται να ληφθούν στα πλαίσια θεραπευτικών σχημάτων για νεοπλασίες κατά την ακτινοθεραπεία ή τη θεραπεία με ραδιοφάρμακα (π.χ. χορήγηση ραδιενεργού Ι-131 για τη θεραπεία του καρκίνου του θυρεοειδούς). Οι δόσεις αυτές δεν απαντώνται στις συνήθεις ακτινοδιαγνωστικές εξετάσεις (ακτινογράφηση, αξονική τομογραφία, σπινθηρογραφήματα κλπ.),
Επισημαίνεται ότι η πιθανότητα εμφάνισης άμεσων αποτελεσμάτων, υπό τις πιο δυσμενείς συνθήκες ακτινοβόλησης του κυήματος, είναι πολύ μικρότερη εκείνης για την εμφάνιση ανωμαλιών από αίτια άσχετα με τις ακτινοβολίες (3-6%) και εκείνης για αποβολή (15%).
Απώτερα αποτελέσματα:Περιλαμβάνουν την καρκινογένεση και τη λευχαιμία. Η πιθανότητα εμφάνισής τους είναι ανάλογη της δόσης στο κύημα, και σύμφωνα με δυσμενή σενάρια ακτινοβόλησης εκτιμάται σε 0,015% ανά 1 mGy*. Δηλαδή, αν κάθε μία από 100.000 εγκύους δεχθεί δόση 1mSv στη μήτρα λόγω της έκθεσής της σε ιοντίζουσες ακτινοβολίες, 15 από αυτές, πιθανολογείται ότι θα γεννήσουν παιδιά που σε κάποια στιγμή της ζωής τους θα εμφανίσουν νεοπλασίες εξαιτίας της ακτινοβόλησης αυτής.
Επισημαίνεται ότι το παραπάνω αποτέλεσμα πρέπει να αξιολογηθεί λαμβάνοντας υπόψη ότι, στις μέρες μας, το ποσοστό εμφάνισης νεοπλασιών στον γενικό πληθυσμό (χωρίς να έχει προηγηθεί έκθεση σε ακτινοβολία) υπερβαίνει το 25%. Δηλαδή, από τα 100.000 άτομα που θα γεννηθούν, τα 25.000 πιθανολογείται ότι θα αναπτύξουν κάποια μορφή νεοπλασίας στη διάρκεια της ζωή τους.
1η-2η εβδομάδα από τη σύλληψη. Σε αυτήν τη φάση της κύησης, ο αριθμός των κυττάρων του γονιμοποιημένου ωαρίου είναι μικρός. Ως εκ τούτου, η έκθεση του κυήματος σε υψηλές δόσεις ακτινοβολίας μπορεί να οδηγήσει στην αποτυχημένη εμφύτευσή του στον βλεννογόνο της μήτρας ή στον θάνατό του. Σε μια τέτοια περίπτωση, η εγκυμοσύνη δε θα γίνει αντιληπτή.
Εφόσον η εγκυμοσύνη συνεχισθεί, θεωρείται ότι το παιδί που θα γεννηθεί δεν θα εμφανίσει βλάβες εξαιτίας της ακτινοβόλησής του, χωρίς, ωστόσο, να μπορούν να αποκλεισθούν τελείως τα απώτερα αποτελέσματα. Σε κάθε περίπτωση, η φάση αυτή θεωρείται χαμηλού κινδύνου.
3η-8η εβδομάδα από τη σύλληψη. Κατά τη διάρκεια της συγκεκριμένης φάσης (οργανογένεση), υπάρχει η πιθανότητα εμφάνισης δυσπλασιών για δόσεις στο κύημα μεγαλύτερες των 100 mSv. Η πιθανότητα αυτή αυξάνεται κατά τη διάρκεια του πολλαπλασιασμού των κυττάρων του κυήματος και της διαφοροποίησης των υπό ανάπτυξη οργάνων.
Η πιθανότητα εμφάνισης απώτερων αποτελεσμάτων είναι 0,015% ανά 1 mSv.
8η εβδομάδα από τη σύλληψη – τοκετός.Σε αυτή τη φάση συντελείται η βασική διάπλαση του κεντρικού νευρικού συστήματος του εμβρύου και έκθεση του εμβρύου σε δόση ακτινοβολίας μεγαλύτερη των 100mSv μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του δείκτη νοημοσύνης του παιδιού (3 μονάδες για δόση 100 mSv). Ωστόσο, τονίζεται ότι το έμβρυο δεν αναμένεται, σε καμία περίπτωση, να λάβει τόσο υψηλή δόση κατά τις συνήθεις ακτινοδιαγνωστικές εξετάσεις. Συνεπώς, οι επιδράσεις της ακτινοβολίας σε αυτή τη φάση της κύησης, συνδέονται, κυρίως, με την πιθανότητα εμφάνισης απώτερων αποτελεσμάτων (0,015% ανά 1 mSv, βλ. παραπάνω).
Λαμβάνοντας υπόψη ότι τα ραδιοφάρμακα παραμένουν στο ανθρώπινο σώμα για κάποιο χρόνο μετά την ολοκλήρωση της εξέτασης ή της θεραπείας, η εγκυμοσύνη πρέπει να αποφεύγεται για χρονικό διάστημα που εξαρτάται από το ραδιοφάρμακο, το είδος της εξέτασης/θεραπείας και βιολογικούς παράγοντες.
Ο Πίνακας 2 μπορεί να χρησιμεύσει ως οδηγός για θεραπείες με ραδιοφάρμακα, καθώς συμμόρφωση με τις συστάσεις του, διασφαλίζει ότι η δόση στο κύημα είναι μικρότερη του 1 mSv (όριο δόσης για το γενικό πληθυσμό).
Γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε θεραπεία με ραδιοφάρμακο είναι, συνήθως, απαραίτητο να αποφεύγουν την επαφή με τα παιδιά, κατά τη διάρκεια των πρώτων εβδομάδων μετά τη χορήγηση του ραδιοφαρμάκου. Επίσης, κατάλληλη μέριμνα πρέπει να λαμβάνεται για την ακτινοπροστασία μικρών παιδιών που ζουν σε σπίτι, όπου κάποιο μέλος της οικογένειας ή συγκάτοικος έχει υποβληθεί σε εξέταση ή θεραπεία με ραδιοφάρμακο. Η δόση στο παιδί από εξωτερική ακτινοβόληση μπορεί να αποφευχθεί, με την ελαχιστοποίηση της επαφής κατά τη διάρκεια συγκεκριμένου χρονικού διαστήματος μετά τη χορήγηση του ραδιοφαρμάκου. Το χρονικό αυτό διάστημα εξαρτάται από το είδος της εξέτασης ή της θεραπείας,το ραδιοφάρμακο που χορηγήθηκε και τους βιολογικούς παράγοντες που σχετίζονται με το άτομο.
Τονίζεται ότι λεπτομερείς οδηγίες για όλα τα ανωτέρω παρέχονται από τις μονάδες υγείας, όπου διενεργούνται ακτινοδιαγνωστικές εξετάσεις ή θεραπείες με ραδιοφάρμακα.
Πίνακας 2: Συστάσεις σχετικά με το χρονικό διάστημα, κατά το οποίο πρέπει να αποφεύγεται η εγκυμοσύνη μετά από θεραπεία με ραδιοφάρμακα [6]
Ραδιοφάρμακο | Θεραπεία | Όλες οι χορηγούμενες ενεργότητες έως την αναγραφόμενη τιμή * | Αποφυγή της εγκυμοσύνης (μήνες) |
131Ι iodide | Καλοήθης νόσος του θυρεοειδούς | 800 | 6-12 |
131Ι iodide | Καρκίνος του θυρεοειδούς | 6000 | 6-12 |
131Ι MIBG | Νεοπλασία (malignancy) | 7500 | 3 |
89Sr chloride | Μεταστάσεις στα οστά | 150 | 24 |
153Sm colloid | Μεταστάσεις στα οστά | 2600 | 1 |
90Y colloid | Αρθρικοί σύνδεσμοι | 400 | 0 |
90Y antibody or 90Y-octreotide | Κακοήθης νόσος | 4000 | 1 |
169Er colloid | Αρθρικοί σύνδεσμοι | 400 | 0 |
* Η χορήγηση ενεργοτήτων ραδιοφαρμάκων μικρότερων από τις τιμές που αναγράφονται στη στήλη 3, δεν σημαίνει ότι το συνιστώμενο χρονικό διάστημα για την αποφυγή εγκυμοσύνης της στήλης 4 μπορεί να μειωθεί.
Άντρες που έχουν υποβληθεί σε θεραπεία με 89Sr (chloride), 131I (iodide) ή 223Ra (chloride) συνιστάται να αποφεύγουν την τεκνοποίηση για τέσσερις (4) μήνες μετά τη θεραπεία και να χρησιμοποιούν προστασία κατά τις σεξουαλικές επαφές τους για το χρονικό διάστημα που θα ορισθεί από τον ιατρό τους.
Εάν μια γυναίκα σε αναπαραγωγική ηλικία πρόκειται να υποβληθεί σε εξέταση ή θεραπεία με ραδιοφάρμακο, πρέπει να ερωτηθεί από το προσωπικό, προφορικά ή γραπτά, αν έχει μικρό παιδί και εάν το γαλουχεί. Εάν η απάντηση είναι καταφατική, η μητέρα πρέπει να ενημερωθεί για τους περιορισμούς που επιβάλλονται κατά τη γαλουχία και οι οποίοι εξαρτώνται από το είδος της εξέτασης ή της θεραπείας στην οποία θα υποβληθεί.
Συνιστάται να υπάρχει σήμανση, σε εμφανή θέση στους χώρους του οργανισμού όπου θα πραγματοποιηθεί η εξέταση ή η θεραπεία, που θα υπενθυμίζει στις μητέρες ότι πρέπει να ενημερώσουν το προσωπικό του οργανισμού σε περίπτωση γαλουχίας.
Αναφορικά με τη διακοπή της γαλουχίας μετά από συνήθεις ακτινοδιαγνωστικές εξετάσεις με ραδιοφάρμακα, ο Πίνακας 3 μπορεί να χρησιμεύσει ως οδηγός. Συμμόρφωση με τις συστάσεις του Πίνακα 3 διασφαλίζει ότι το παιδί θα δεχθεί από το μητρικό γάλα δόση μικρότερη του 1 mSv (όριο δόσης για το γενικό πληθυσμό).
Εάν η γαλουχία πρέπει να συνεχιστεί μετά την πραγματοποίηση εξέτασης με ραδιοφάρμακο, συνιστάται η απομάκρυνση του μητρικού γάλακτος με θήλαστρο λίγες μέρες πριν την εξέταση, η συντήρησή του και η μετέπειτα χρήση του.
Μετά τη χορήγηση του ραδιοφαρμάκου, το μητρικό γάλα πρέπει να αφαιρείται με θήλαστρο, για το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στον Πίνακα 3 και να απορρίπτεται στο δημόσιο αποχετευτικό σύστημα.
Σε περίπτωση θεραπείας με ραδιοφάρμακα η γαλουχία πρέπει να διακοπεί.
Πίνακας 3: Συστάσεις σχετικά με τη διακοπή του θηλασμού, μετά τη χορήγηση ραδιοφαρμάκων κατά τη συνήθη χρήση [6]
Ραδιοφάρμακο | Τυπικά χορηγούμενη ενεργότητα (MBq) | Χρόνος διακοπής θηλασμού |
11C labelled | Οιαδήποτε | Δεν είναι απαραίτητη η προσωρινή διακοπή |
11Ν labelled | Οιαδήποτε | Δεν είναι απαραίτητη η προσωρινή διακοπή |
15Ο labelled | Οιαδήποτε | Δεν είναι απαραίτητη η προσωρινή διακοπή |
18F-FDG | 400 | 4 ώρες α |
51Cr EDTA | 2 | Δεν είναι απαραίτητη η προσωρινή διακοπή |
67Ga-citrate | 200 | >3 εβδομάδες ή οριστική διακοπή |
68Ga-DOTA-conjugated peptides | 100-200 | 4 ώρες α |
99mTc DMSA | 80-200 | 4 ώρες β |
99mTc DTPA | 40-400 | 4 ώρες β |
99mTc-MDP and other phosphate agents (e.g. HDP, DPD) | 800 | 4 ώρες β |
99mTc ECD | 800 | 4 ώρες β |
99mTc HMPAO | 500 | 4 ώρες β |
99mTc MAG3 | 40-400 | 4 ώρες β |
99mTc DTPA aerosol | 50 | 4 ώρες β |
99mTc MIBI | 250-700 | 4 ώρες β |
99mTc tetrofosmin | 250-700 | 4 ώρες β |
99mTc sulphur colloid | 200-400 | 4 ώρες β |
99mTc-DTPA aerosol | 50 | 4 ώρες β |
99mTc labelled carbon (Technegas) | 40 | 4 ώρες β |
99mTc-pertechnetate | 100-400 | 12 ώρες γ |
99mTc MΑΑ | 40-150 | 12 ώρες |
99mTc exametazime WBC | 180-400 | 12 ώρες |
99mTc labelled RBC | 800 | 12 ώρες |
99mTc mebrofenin/ disofenin and other IDA derivatives | 300 | 4 ώρες β |
99mTc human albumin | 5-120 | 4 ώρες β |
nanocolloidal particles | 120-200 | 4 ώρες β |
111In octreotide | 100-200 | 60 ώρες (2.5 ημέρες) |
201Tl chloride | 100 | 96 ώρες (4 ημέρες) |
123I MIBG | 400 | >3 εβδομάδες ή οριστική διακοπή δ |
123I NaI | 20 | >3 εβδομάδες ή οριστική διακοπή δ |
123I ioflupane (FP-CIT) | 150-250 | >3 εβδομάδες ή οριστική διακοπή δ |
123I hippurate | 20-40 | 12 ώρες ε |
131I NaI | Οιαδήποτε | Oριστική διακοπή στ |
131I MIBG | Οιαδήποτε | >3 εβδομάδες ή οριστική διακοπή |
α. Ο χρόνος διακοπής των 4 ωρών, κατά τη διάρκεια των οποίων ένα γεύμα (το μητρικό γάλα) πρέπει να απορριφθεί, λαμβάνει υπόψη την εσωτερική και την εξωτερική έκθεση του εμβρύου (από το μητρικό γάλα και από τη μητέρα, αντίστοιχα).
β. Ο χρόνος διακοπής των 4 ωρών, κατά τη διάρκεια των οποίων ένα γεύμα (το μητρικό γάλα) πρέπει να απορριφθεί, λαμβάνει υπόψη και την εσωτερική έκθεση του εμβρύου από το μητρικό γάλα σε μη συνήθεις συνθήκες όπου το ελεύθερο pertechnetate δεν είναι αμελητέο, αλλά και την εξωτερική έκθεση του εμβρύου από τη μητέρα.
γ. Χορηγούμενες ενεργότητες μεγαλύτερες από 400 MBq 99mTc-pertechnetate, απαιτούν χρόνο διακοπής 24 ώρες.
δ. Ο ελάχιστος συνιστώμενος χρόνος διακοπής των 3 εβδομάδων για όλες τις ουσίες που επισημαίνονται με 123Ι (εκτός από το iodohippurate) οφείλεται στην πιθανότητα παρουσίας προσμίξεων από λοιπά ισότοπα του ιωδίου ( 124Ι ή 125Ι).
ε. Ο χρόνος διακοπής των 12 ωρών αφορά μόνο σε ασθενείς με φυσιολογική νεφρική λειτουργία.
στ. Οι ασθενείς θα πρέπει να διακόψουν το θηλασμό 6 εβδομάδες πριν από τη χορήγηση ραδιοϊωδίου, ούτως ώστε να ελαχιστοποιηθεί η δόση ακτινοβολίας στους μαστούς.
Άτομα που έχουν υποβληθεί σε εξέταση ή θεραπεία με ραδιοφάρμακα εκπέμπουν ακτινοβολία για κάποιο χρονικό διάστημα (μέρες ή εβδομάδες ή μήνες), ανάλογα με το είδος της εξέτασης/θεραπείας, το ραδιοφάρμακο και βιολογικούς παράγοντες. Συνεπώς, είναι καλό να αποφεύγεται η παραμονή εγκύου κοντά στα άτομα αυτά για χρονικό διάστημα που καθορίζει ο οργανισμός στις οδηγίες που παρέχει.
Εάν υπάρχουν λόγοι (οικογενειακοί, κοινωνικοί, ψυχολογικοί, κλπ.) για τους οποίους μια έγκυος πρέπει να παραμείνει κοντά σε τέτοια άτομα, για τη μεγιστοποίηση της ακτινοπροστασίας του κυήματος, ο χρόνος παραμονής πρέπει να είναι περιορισμένος (π.χ. μερικά λεπτά) και η απόσταση εγκύου – ατόμου όσο το δυνατόν μεγαλύτερη (π.χ. 2 – 3 μέτρα).
Σε περίπτωση συγκατοίκησης, πρέπει να λαμβάνονται ειδικότερα μέτρα ακτινοπροστασίας για το προκαθορισμένο χρονικό διάστημα (π.χ. χρήση διαφορετικών κρεβατιών, διαφορετικών συσκευών σίτισης, κλπ.).
Σε κάθε περίπτωση, η δόση ακτινοβολίας στο κύημα από την παραμονή της εγκύου κοντά σε άτομο που έχει υποβληθεί σε εξέταση ή θεραπεία με ραδιοφάρμακο είναι πολύ μικρή και είναι απίθανο να φτάσει σε επίπεδα, που να απαιτείται περαιτέρω διερεύνηση της έκθεσης ή διακοπή της κύησης.
Τονίζεται ότι λεπτομερείς οδηγίες για όλα τα ανωτέρω παρέχονται από τις μονάδες υγείας, όπου διενεργούνται ακτινοδιαγνωστικές εξετάσεις ή θεραπείες με ραδιοφάρμακα.
Σύμφωνα με τους Κανονισμούς Ακτινοπροστασίας, το κυοφορούμενο παιδί απολαύει προστασίας ανάλογης με αυτήν που παρέχεται σε μέλη του κοινού. Μόλις η έγκυος εργαζομένη ενημερώσει τον οργανισμό ή, στην περίπτωση εξωτερικής εργαζομένης, τον εργοδότη σχετικά με την εγκυμοσύνη, ο οργανισμός και ο εργοδότης εξασφαλίζουν ότι οι συνθήκες απασχόλησης για την έγκυο εργαζομένη είναι τέτοιες ώστε η ισοδύναμη δόση στο κυοφορούμενο παιδί να είναι στα κατώτερα λογικώς εφικτά επίπεδα και να μην υπερβεί το 1 mSv κατά τη διάρκεια τουλάχιστον της υπόλοιπης εγκυμοσύνης.
Τονίζεται ότι για εργαζόμενες που εμπλέκονται σε πρακτικές ακτινολογίας (αξονικής τομογραφίας, μαστογραφίας, ακτινογράφησης, κλπ.) και με την προϋπόθεση ότι τηρούν τους προβλεπόμενους κανόνες ακτινοπροστασίας, είναι εξαιρετικά δύσκολο να υπάρξει υπέρβαση του 1 mSv.
Το ίδιο ισχύει και για εργαζόμενες που εμπλέκονται στην εφαρμογή πρακτικών με συστήματα ακτίνων Χ για τον έλεγχο αποσκευών (π.χ. σε αεροδρόμια), με την προϋπόθεση ότι τηρούνται οι οδηγίες λειτουργίας και ασφάλειας του κατασκευαστή (π.χ. χρήση μολυβδούχων κουρτινών).
Ως έκθεση μη ιατρικής απεικόνισης αποκαλείται κάθε εκούσια έκθεση ανθρώπων για σκοπούς απεικόνισης στην οποία η κύρια πρόθεση της έκθεσης δεν είναι κάποιο όφελος για την υγεία του εκτιθέμενου ατόμου. Οι εκθέσεις αυτές μπορεί να πραγματοποιηθούν για την ακτινική αξιολόγηση της υγείας για σκοπούς απασχόλησης, μετανάστευσης, ασφάλισης, τον εντοπισμό κρυμμένων αντικειμένων εντός του ανθρώπινου σώματος, κλπ.
Οι εκθέσεις μη ιατρικής απεικόνισης εγείρουν ιατρικά και κυρίως ηθικά ζητήματα, τα οποία δεν επιλύονται εύκολα. Το θέμα είναι πιο σοβαρό και περίπλοκο στην περίπτωση των εγκύων. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να είναι πλήρως αιτιολογημένες και να πραγματοποιούνται λαμβάνοντας όλα τα απαραίτητα μέτρα ακτινοπροστασίας.
Με την προϋπόθεση ότι τηρείται το όριο του 1 mSv για το κύημα, η πιθανότητα άμεσων αποτελεσμάτων σε αυτό, από τη μη ιατρική απεικόνιση της μητέρας είναι μηδενική και η πιθανότητα για απώτερα αποτελέσματα <0,015%.
Κατηγορηματικά, ΟΧΙ.Σύμφωνα με τα στοιχεία του πίνακα 4, η δόση στο κύημα από τις συγκεκριμένες ακτινολογικές διαγνωστικές εξετάσεις είναι ιδιαίτερα μικρή. Συνεπώς, η πιθανότητα για άμεσα αποτελέσματα στο κύημα είναι μηδενική, ενώ εκείνη για απώτερα αποτελέσματα μικρότερη από 0,02%.
Πίνακας 4: Τυπικές δόσεις στο κύημα από συνήθεις ακτινολογικές διαγνωστικές εξετάσεις και διαγνωστικές εξετάσεις πυρηνικής ιατρικής (European Commission. Guidance for protection of unborn children and infants irradiated due to parental medical exposures, Radiation Protection 100. Directorate-General Environment, Nuclear Safety and Civil Protection (1998))
Μέση ι σοδύναμη δόση στο κύημα | Μέγιστη ισοδύναμη δόση στο κύημα | |
Ακτινολογικές διαγνωστικές εξετάσεις | ||
Α/γ Κοιλίας (μόνο προσθιοπίσθια) | 1,4 | 4,2 |
Βαριούχος υποκλυσμός | 6,8 | 24 |
Βαριούχο γεύμα | 1,1 | 5,8 |
Α/γ Θώρακα | <0,01 | <0,01 |
Ουρογραφία | 1,7 | 10 |
Α/γ Οσφυϊκής μοίρας | 1,7 | 10 |
Α/γ Πυέλου | 1,1 | 4,0 |
Α/γ Κρανίου | <0,01 | <0,01 |
Α/γ Θωρακικής μοίρας σπονδυλικής στήλης | <0,01 | <0,01 |
Αξονική τομογραφία κοιλίας | 8,0 | 49 |
Αξονική τομογραφία θώρακα | 0,06 | 0,96 |
Αξονική τομογραφία κεφαλής | <0,005 |
<0,005 |
Αξονική τομογραφία πυέλου | 25 |
79 |
Διαγνωστικές εξετάσεις πυρηνικής ιατρικής | ||
Εξέταση οστών με 99mTc (phosphate) |
3,3 |
4,6 |
Εξέταση αιμάτωσης πνευμόνων με 99mTc (ΜΑΑ) | 0,2 | 0,4 |
Εξέταση αερισμού πνευμόνων με 99mTc (aerosol) | 0,3 | 1,2 |
Εξέταση νεφρών με 9 9mTc (DTPA) | 1,5 | 4,0 |
Εξέταση θυρεοειδούς με 99mTc (peterchnetate) | 0,7 | 1,6 |
Δυναμική εξέταση καρδιάς με 99mTc (RBC) | 3,4 | 3,7 |
Έλεγχος ρυθμού σπειραματικής διηθήσεως με 51Cr (EDTA) | <0,01 | <0,01 |
Εξέταση αιμάτωσης μυοκαρδίου με 201Tl | 3,7 | 4,0 |
Εξέταση εγκεφάλου με 99mTc (peterchnetate) | 4,3 | 6,5 |
Αναφορές
1. International Commission of Radiological Protection. Biological Effects after Prenatal Irradiation (Embryo and Fetus). ICRP Publication 90, (2003)
2. International Commission of Radiological Protection. The 2007 Recommendations of the International Commission on Radiological Protection. ICRP Publication 103, (2007)
3. International Commission of Radiological Protection. Pregnancy and medical radiation. ICRP Publication 84, (2000)
4. International Atomic Energy Agency. Radiation Protection and Safety of Radiation Sources. IAEA, International Basic Safety Standards, No GSR Part3. Vienna, (2014)
5. Council Directive 2013/59/EURATOM (2013) Basic safety standards for protection against the dangers arising from exposure to ionising radiation, and repealing Directives 89/618/EURATOM, 90/641/EURATOM, 96/29/EURATOM, 97/43/EURATOM and 2003/122/EURATOM (2013)
6. International Atomic Energy Agency. Radiation Protection and Safety in Medical Uses of Ionizing Radiation, Specific Safety Guide No 46, Vienna (2018)
7. European Commission. Guidance for protection of unborn children and infants irradiated due to parental medical exposures. Radiation Protection 100. Directorate-General Environment, Nuclear Safety and Civil Protection (1998)